Tag Archives: πρόσφυγες

Εσείν πλακία άχαρα…(8)

Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας,

επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές,

όποιος δεν αλλάζει το βήμα του,όποιος δεν ρισκάρει να αλλάξει χρώμα στα ρούχα του,

όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει

Αργοπεθαίνει

όποιος έχει την τηλεόραση για μέντoρα του

Αργοπεθαίνει

όποιος αποφεύγει ένα πάθος,όποιος προτιμά το μαύρο αντί του άσπρου

και τα διαλυτικά σημεία στο “ι” αντί τη δίνη της συγκίνησης αυτήν ακριβώς που δίνει την λάμψη στα μάτια,

που μετατρέπει ένα χασμουρητό σε χαμόγελο,

που κάνει την καρδιά να κτυπά στα λάθη και στα συναισθήματα.

Αργοπεθαίνει όποιος δεν “αναποδογυρίζει το τραπέζι” όταν δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του,

όποιος δεν ρισκάρει τη σιγουριά του, για την αβεβαιότητα του να τρέξεις πίσω απο ένα όνειρο,

όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του, έστω για μια φορά στη ζωή του, να ξεγλιστρήσει απ’ τις πανσοφές συμβουλές.

Αργοπεθαίνει όποιος δεν ταξιδεύει,

όποιος δεν διαβάζει,

όποιος δεν ακούει μουσική,

όποιος δεν βρίσκει το μεγαλείο μέσα του

Αργοπεθαίνει όποιος καταστρέφει τον έρωτά του,

όποιος δεν αφήνει να τον βοηθήσουν,

όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη κακή του τύχη ή για τη βροχή την ασταμάτητη

Αργοπεθαίνει όποιος εγκαταλείπει την ιδέα του πριν καν την αρχίσει,

όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει ή δεν απαντά όταν τον ρωτάν για όσα ξέρει.

Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις,όταν θυμόμαστε πάντα πως για να ‘σαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό αυτό δεδομένο της αναπνοής.

Μονάχα με μια φλογερή υπομονή θα κατακτήσουμε την θαυμάσια ευτυχία.

Pablo Neruda.

Προσφυγικοί Εγκαταλελειμμένοι τάφοι στη Βόρεια Ελλάδα. Κιλκίς.


Εσείν πλακία άχαρα…(7)

Image

Ἀκούγεται ἀπὸ τὴν περπατηξιά σου ἡ δόξα
Ὅπως ἀκούγεται ἀπ᾿ τὸ βρόντημα τοῦ μπρούντζου ὁ ἥλιος 
Μελαψὸ παλληκάρι
Ποὺ ἀκουμπᾶς ἐπάνω στὴν Ἑλλάδα
Μὲ τὸ κουράγιο ποὺ ἀκουμπάει στὴ μπόρα τὸ ἔλατο
Καὶ σοῦ πᾶν οἱ αἰῶνες ὅπως τῆς πάει τῆς ἀντρειᾶς
Τὸ λουλούδι στὰ δόντια καὶ τὸ μπὰμ
Τῆς πιστολιᾶς

Οδυσσέας Ελύτης

 

Προσφυγικοί Εγκαταλελειμμένοι τάφοι στη Βόρεια Ελλάδα. Κιλκίς.


Εσείν πλακία άχαρα…(6)

Image

 

Ἡ Καλωσύνη ἐδῶ ποὺ βρέθηκε μές στὶς λυκοποριές

 Πρέπει νἄχει μπαροῦτι στὸ σελλάχι της

Καὶ νὰ δαγκάνει κάμες.

Οδυσσέας Ελύτης.

 

Προσφυγικοί Εγκαταλελειμμένοι τάφοι στη Βόρεια Ελλάδα. Κιλκίς.


Εσείν πλακία άχαρα…(5)

Πέρασαν μές στὴ μνήμη σου μῆνες ἀνέμων 

Ἡ φωνή σου σκοτείνιασε σὰν δρυμός
Εἶδες κάτω ἀπ᾿ τὰ πόδια σου νὰ ξεκοιλιάζουνται ἄλογα 
Δάση νὰ τρῶν φωτιὲς ἀνθρώπους ἄνθρωπο

Εἶδες μιὰ πέτρα τρυπημένη ἀπὸ κραυγὴ θανάτου
Νὰ σηκώνει τὴ σκιά της τέρας
Μιὰ γυναίκα μὲ ράμφος καὶ φτερά
Νὰ σπαράζει δείχνοντας ψηλά
Τὸ φεγγάρι στὸ στόμα τῆς φοβέρας

Οδυσσέας Ελύτης

Καλωσύνη στις Λυκοποριές.

Προσφυγικοί Εγκαταλελειμμένοι τάφοι στη Βόρεια Ελλάδα. Κιλκίς.


Εσείν πλακία άχαρα…(4)

«Ποίος εμαυρολόεσεν;

Ποίος εμαυροείπεν …

’κ’ έχουμε τα παρχάρια ‘μουν και τα’ άγια μοναστήρια ‘κ’ έχουμε τα ψηλά ραχιά και τα νερά τα κρύα.

Εφέκαμε τα μέρια μουν κι επήγαμε σ’ άλλα κόσμια μακρά και πέραν θάλασσας, σο πλαν την Ρωμανίαν.

Επέμ’ναμε αλλόξενοι, σ’ αλλόξενα τα τόπια. επέμ’ναμ’ αστερέωτοι, ση χώρας τα στερέας».

«Ο Δήμον ο κεμεντζετζής». Ηλίας Τσιρκινίδης

 

Προσφυγικοί Εγκαταλελειμμένοι τάφοι στη Βόρεια Ελλάδα. Κιλκίς.


Η αποχώρηση της δεύτερης γενιάς

Ερώτησα
κάποτες γιατί
τάχατες
η τραγική
και σεμνή παρθένα
που λέγονταν Πουλχερία
την παραμονή τού
γάμου της
σφουγγάρισε προσεκτικά όλο
το σπίτι
και την επομένη
απέθανε; Continue reading


Εσείν πλακία άχαρα…(3)

Τά ταφία μ’ έχασα

ντ’ έθαψα κι’ ενέσπαλα.

Τ’ εμετέρτς αναστορώ, όι-όι

και ΄ς σο ψυόπο μ’ κουβαλώ.

 

Προσφυγικοί Εγκαταλελειμμένοι τάφοι στη Βόρεια Ελλάδα. Κιλκίς.


Εσείν πλακία άχαρα…(2)

 

Προσφυγικοί Εγκαταλελειμμένοι τάφοι στη Βόρεια Ελλάδα. Κιλκίς.

Από τις ακτές και την ενδοχώρα της Μαύρης Θάλασσας, στην Ελλάδα που ποτέ δεν γνώρισαν ως αληθινή πατρίδα , ένα ταξίδι μέσα στον Πόνο και το Πένθος η ζωή τους. Λύγισαν, έκλαψαν, έθαψαν το Χθες τους μα δεν έσπασαν. Ξεκίνησαν μια νέα ζωή και έδωσαν ξανά το αίμα στην ράτσα τους που θέρισε το Τούρκου το Μαχαίρι. Κι όταν ήρθε η ώρα τους κι αποχαιρέτησαν τους αγαπημένους, έκλεισαν τα μάτια με ένα τελευταίο δάκρυ, το πιο πονεμένο, που χύθηκε από τα μάτια εκείνα που σφάλισαν χωρίς να δουν τον ήλιο της Πατρίδας της Καρδιάς. Σήμερα οι τάφοι τους χορταριασμένοι, κατεστραμένοι και ξεχασμένοι από όλους μας, στέκουν ζωντανά μνημεία εκείνων των πρώτων Ποντίων που έφεραν τον σπόρο μας στην Ελλάδα και αγωνίστηκαν για το δικό μας δικαίωμα σε μια καλύτερη ζωή…


Εσείν πλακία άχαρα…

Προσφυγικοί Εγκαταλελειμμένοι τάφοι στη Βόρεια Ελλάδα. Κιλκίς.

 «Εσείν πλακία άχαρα, μάρμαρα απαρδάλια,

»με μονοκέφαλους Αετούς και Μίτρας Βασιλεάδων

»μ’ εγκόλπια Πατριαρχών, με Σταυρούς Δεσποτάδων,

»με τα σπαθία στρατηγών, παντέρας καπετάνων.

»Μάρμαρα, ντο σκεπάζετεν ολόεν έναν έθνος

»αποσκεπάστεν βλαβικά τ’ άγια τα ταφία.

»Το χώμαν θ’ ευκαιρώνει ατο, τ’ ανάλαφρον αέρας,

»ντ’ εβγαίν’ ας σο ανάσυρμαν κι ας σο μαύρον το κλάμαν,

»….ν’ εβγαίνε οι αποθαμέν’, οι ζωντανοί θ’ εμπαίνε…

»Οι ζωντανοί, π’ εφήκανε τον τόπον ντ’ εγεννέθαν

»κι εφορτώθανε τα στενά τα νεκρικά κασέλας

»κι εφόρεσαν τα σάβανα, κι εσέβανε ‘ ς σην στράταν,

»‘ς σην στράταν την αγύριστον, ‘ς ση χαμονής τον δρόμον.

Η Καμπάνα του Πόντου. Φίλωνας Κτενίδης

http://kampanapontou.blogspot.com/


Το πρώτο σπίτι στην νέα Πατρίδα… (2)

Από τη Μαύρη Θάλασσα στους πρώτους προσφυγικούς καταυλισμούς- καραντίνες. Ότι γλύτωσε από του Τούρκου το μαχαίρι και τις κακουχίες της εξαντλητικής πορείας προς την Ελλάδα το αποτέλειωσε η Φθίση και οι αρρώστιες. Εξαντλημένοι, αποδεκατισμένοι και βαριά πενθούντες γυρνούν με τα κάρα σε όλη την Βόρεια Ελλάδα μέχρι να βρεθεί ένας τόπος να τους φιλοξενήσει. Κι εκεί βάζουν το πρώτο κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους. Τα χρόνια κύλησαν και η πρώτη γενιά των προσφύγων έφυγε από τη ζωή. Μαζί τους πήραν και τα κλειδιά από κείνα τα πρώτα σπίτια στην Πατρίδα..τα πρώτα όνειρα μετά τον Εφιάλτη. Σήμερα τα περισσότερα από αυτά κατεδαφίστηκαν κι έγιναν όμορφες εξοχικές κατοικίες των απογόνων…Τα λίγα που απέμειναν όρθια στέκονται μάρτυρες μιας γενιάς ανθρώπων ξεριζωμένων που πάλεψαν κόντρα στον Καιρό και κέρδισαν τη Μάχη. Σαν απόμαχοι ενός, όχι και τόσο μακρινού, παρελθόντος βρίσκονται κρυμένα πίσω από αγριόχορτα που φθάνουν το γόνατο και ζουν στην σκια των δέντρων που έπλεξαν τα κλαδιά τους σκιάστρο για να τα κρύψουν από τα ξένα βλέμματα. Οι πόρτες τους άλλοτε χάσκουν ορθάνοιχτες κι άλλοτε θέλουν ένα απαλό σμπρώξιμο του αγέρα για να ανοίξουν. Σα να σε καλούν να διαβείς το κατωθύρ και να γίνεις μάρτυρας το όσων έζησαν εκεί…